Τελ. ενημέρωση:

   12-Mar-2009
 

Αρχ Ελλ Ιατρ, 2008, 25(Συμπληρωματικό τεύχος 2):36-72

ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ

Κλινική ανυσματική καρδιογραφία. Παρελθόν, παρόν και μέλλον

Χ. Βούλγαρη
Α’ Προπαιδευτική Παθολογική Κλινική, Πανεπιστήμιο Αθηνών, ΓΝΑ «Λαϊκό», Αθήνα

Η έγκαιρη αναγνώριση των ασθενών αυξημένου κινδύνου για εμφάνιση καρδιακών αρρυθμιών αποτελεί μια καθημερινή επιβεβλημένη πρόκληση για τον κλινικό ιατρό. Οι διαταραχές της κοιλιακής εκπόλωσης και της επαναπόλωσης διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην αρρυθμιογένεση και η προγνωστική τους αξία έχει διαπιστωθεί σε πολλές ομάδες ασθενών. Ο ρόλος όμως της μη επεμβατικής ταυτοποίησης του αρρυθμιολογικού κινδύνου δεν είναι απόλυτα καθορισμένος. Οι μελέτες της ηλεκτροφυσιολογικής δραστηριότητας του μυοκαρδίου έχουν εστιαστεί αποκλειστικά στη μελέτη της παράτασης του QT διαστήματος και των παραμέτρων του. Η ηλεκτροφυσιολογική έννοια της παράτασης του QT διαστήματος και της διασποράς του έχει πρόσφατα αμφισβητηθεί και υποστηρίζεται ότι δεν προβλέπει τον αρρυθμιογενετικό κίνδυνο, αλλά εκφράζει παρεκκλίσεις της φυσιολογικής μορφολογίας του κύματος Τ. Υπάρχει επομένως επιτακτική ανάγκη μελέτης νέων προγνωστι- κών δεικτών καρδιαγγειακής νοσηρότητας, που θα μας επιτρέψουν να τους συμπεριλάβουμε σε ομάδες υψηλού κινδύνου και επομένως υποψήφιους για μια πιο πρώιμη και έγκαιρη θεραπευτική αντιμετώπιση. Πρόσφατες πληθυσμιακές μελέτες αναζωπύρωσαν το ενδιαφέρον της ιατρικής κοινότητας για την κλινική ανυσματική καρδιογραφία και, συγκεκριμένα, για την ανυσματική γωνία QRS-T (Spatial QRS-T angle), ένα νέο αρρυθμιολογικό δείκτη, ο οποίος εκφράζει τη γωνία κλίσης που σχηματίζεται μεταξύ του μέγιστου ηλεκτρικού άξονα (ΜΗΑ) του συμπλέγματος QRS (κοιλιακή διέγερση) και του ΜΗΑ του κύματος Τ (κοιλιακή επαναπόλωση). Ακριβώς επειδή, σε αντίθεση με παλαιότερους ηλεκτροκαρδιογραφικούς δείκτες, λαμβάνει υπόψη του εκτός από την κοιλιακή επαναπόλωση και την κοιλιακή εκπόλωση, ποσοτικοποιεί τις μη διπολικές συνιστώσες του κύματος Τ και του συμπλέγματος QRS, οι οποίες αντανακλούν την τοπική ετερογένεια της εκπόλωσης και της επαναπόλωσης του μυοκαρδίου. Προοπτικές μελέτες έδειξαν ότι αποτελεί έναν πολύ ισχυρό δείκτη καρδιαγγειακού κινδύνου και θνητότητας (συμπεριλαμβανομένου και του αιφνίδιου καρδιακού θανάτου). Παθολογικά αυξημένες τιμές της ανυσματικής γωνίας QRS-T υποστηρίζεται ότι υποδηλώνoυν υποκλινικές, κατεστραμμένες περιοχές του μυοκαρδίου που εμποδίζουν τη φυσιολογική μετάδοση των ηλεκτρικών διεγέρσεων μέσω του μυοκαρδιακού τοιχώματος. Επομένως, ασθενείς με αυξημένες τιμές της ανυσματικής γωνίας QRS-T είναι επιρρεπείς σε κακοήθεις κοιλιακές αρρυθμίες. Πρόσφατες μελέτες έδειξαν ότι η ανυσματική γωνία QRS-T είναι ένας ισχυρός και ανεξάρτητος προγνωστικός δείκτης καρδιαγγειακών συμβαμάτων στο γενικό πληθυσμό και σε ασθενείς στους οποίους οι συμβατικές παράμετροι απέτυχαν να προβλέψουν τη δυσμενή έκβαση. Η προγνωστική δε αξία της ανυσματικής γωνίας QRS-T για την καρδιαγγειακή νοσηρότητα και θνητότητα ήταν ανεξάρτητη από άλλους παράγοντες κινδύνου. Στα πλαίσια της παρούσας ανασκόπησης γίνεται αναδρομή στο παρελθόν της κλινικής ανυσματικής καρδιογραφίας, εκτιμούνται οι κλασικοί ηλεκτροκαρδιογραφικοί δείκτες και συγκρίνονται με τους νεότερους ανυσματοκαρδιογραφικούς όσον αφορά στην αξιοπιστία τους για τον προσδιορισμό του αρρυθμιολογικού κινδύνου σε ευπαθείς ομάδες ασθενών.

Λέξεις ευρετηρίου: Αρρυθμιογενετικός κίνδυνος, Διαβητική μυοκαρδιοπάθεια, Κλινική ανυσματική καρδιογραφία.


© Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής